19.4.11
Μπλε πηλίκιο και η… καχυποψία στο μάτι!
Δίπλα από το ουζερί που είχε ο πατέρας μου στο Πόρτο – Ράφτη, ήταν η αστυνομία, οπότε θέλοντας και μη οι παρτίδες με τους αστυφύλακες έδιναν και έπαιρναν. Από μία καλημέρα, και έναν καφέ ή ένα μεζέ, μέχρι και παρέα με κάποιους, φιλία δεν θα το έλεγα, γιατί οι αστυφύλακες έχουν την καχυποψία μέσα τους και φιλία με καχυποψία κάπως αλλιώς τη λένε στο χωριό μου.
Ένας από αυτούς που κάναμε παρέα ήταν κι ο Κωστής, νέος στο τμήμα, μόλις είχε έρθει και μάλλον για αυτό κολλήσαμε γιατί δεν είχε την καχυποψία στο μάτι.
Ο Κωστής ήταν όπως θα λέγαμε σήμερα γκατζετάκιας, γνώριζε τα ότι τεχνολογικό προϊόν κυκλοφορούσε και ήταν παθιασμένος με τα κομπιούτερ και το ιντερνέτ που τότε ελάχιστοι είχαν στην Ελλάδα. Αυτός όχι μόνο είχε, γνώριζε αλλά και ενημερωνόταν συνεχώς, με βιβλία και περιοδικά που του ‘στελνε ο ξεδελφός του από την Αμερική που έμενε και εργαζόταν στην Apple.
Ονειρό του ήταν να εφαρμόσει τις γνώσεις του πάνω στο επάγγελμά του. Μάλιστα όταν ο ξάδελφος τού έστειλε ένα φορητό κομπιούτερ, λάπτοπ δηλαδή, από την Αμερική, αυτός προσέφερε το παλιό του κομπιούτερ στην υπηρεσία του νόμου. Μάλιστα είχε δημιουργήσει σε γλώσσα dos αν θυμάμαι καλά όπως τα έλεγε και κάτι ηλεκτρονικά αρχεία με το οποίο αρχειοθετούσε τα συμβάντα. Μόνο αυτός το έκανε όμως, οι υπόλοιποι συνάδελφοί του και προϊστάμενοί του το χρησιμοποιούσαν ως ακουμπιστήρι για τον καφέ τους ή άντε στην καλύτερη να έπαιζαν καμιά πασιέντζα…
Μια φορά που προσπάθησε να εξηγήσει στον υποδιοικητή του για μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας που είχε διαβάσει στο ιντερνέτ στο BBC, o διοικητής του αφού άπλωσε τα πόδια του πάνω στο γραφείο και πέρασε τα χέρια του πίσω από το κεφάλι του είπε: «Ρε Κωστή σαν πολύ έξυπνος δεν μας το παίζεις. Φρόντισε εσύ να έχουμε καφέ στο ντουλάπι, καμιά μπουκαλίτσα Τζόνι στο συρτάρι για τα βράδια. Κοίταξε εκεί απέναντι τον Κοσκωτά, παρατσούκλι ενός μαγαζάτορα με ηλεκτρονικά παιχνίδια, που βάζει μέσα ανήλικους και άσε τους αρχαιοκάπηλους για άλλους. Συμμορφώσου όργανο, κοίτα να ενσωματωθείς εδώ στο τμήμα που τα περνάμε ήσυχα και καλά και έχουμε και τα τυχερά μας και άσε τα κομπιούτερ και τα ιντερνέτ…
Ο Κωστής έσκυψε το κεφάλι και ήρθε να μου πει τον πόνο του, που κανείς δεν τον καταλαβαίνει και να τον… κεράσω και καφέ – είπαμε καλό παιδί, αλλά το σαράκι της εξουσίας το είχε κι αυτός…
Με τον Κωστή χάσαμε κάθε επαφή όταν εγώ ήμουν φαντάρος στην Κω, κι αυτόν μαζί με όλους τους υπόλοιπους συνάδελφούς του από το τμήμα τους έδωσαν άμεση μετάθεση γιατί ήταν ύποπτοι για δωροδοκίες από εργολάβους που έκτιζαν αυθαίρετα στην περιοχή. Ποτέ δεν πίστεψα ότι ο ίδιος τα είχε πάρει, αλλά κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά. Εμαθα ότι τον έστειλαν σε κάποιο σταθμό σε κάποιο χωριό του Αγρινίου.
Πριν από λίγες μέρες χρειάστηκε ο φίλος μου ο Παναγιώτης να περάσει από την ΓΑΔΑ για μια υπόθεση του. Σε ένα γραφείο που μπήκε να ζητήσει πληροφορίες μπας και καταφέρει να βγάλει άκρη, πέτυχε τον Κωστή την ώρα που κούμπωνε το σακάκι της στολής. «Ρε Κωστή, εσύ είσαι» του είπε. Ο φίλος μου ο Παναγιώτης ερχόταν τα καλοκαίρια και μας βοηθούσε στο ουζερί, και έτσι είχε γνωρίσει τον Κωστή. Μάλιστα ένα βράδυ οι τρεις μας είχαμε κατεβάσει δυο μπουκάλια τζόνι στο μπαλκόνι του αστυνομικού τμήματος για να κάνουμε παρέα στον Κωστή που είχε μόνος του υπηρεσία. Ο Κωστής μόλις σήκωσε το κεφάλι του και τον αναγνώρισε χαμογέλασε και αποκρίθηκε, «που σαι ρε ψηλέ». Μέχρι εκεί όμως. Αμέσως άλλαξε ύφος και το μάτι του γέμισε από την καχυποψία που λέγαμε στην αρχή. «Τι κάνεις εσύ εδώ» τον ρώτησε και αφού του είπε ο φίλος μου για την υπόθεσή του και ότι έψαχνε τον αστυνόμο Αποστόλου, ο αστυφύλακας Κωστής συνέχισε την… ανάκριση: «Και που τον ξέρεις εσύ τον αστυνόμο» «και τι τον θέλεις», «και που είπαμε ότι μένεις», «και που δουλεύεις» και άλλες τόσες άσκοπες ερωτήσεις και το μάτι είπαμε φουλ στην καχυποψία. Αφού ο Κωστής ικανοποίησε το αστυνομικό δαιμόνιό του, είπε στον φίλο μου, «άντε γεια τώρα πάω γιατί έχω σκοπιά» και έκαν ένα φύγει. Τότε τον ρώτησε ο φίλος μου, «τελικά τον Αποστόλου που θα τον βρω» για να πάρει την απάντηση: «μπα δεν ξέρω, δεν έχω και πολύ καιρό εδώ». «Αντε γεια» είπε και έφυγε αφήνωντας τον φίλο μου να ψάχνεται από την αρχή. Μετά πόνων και βασάνων ο φίλος μου τον βρήκε τον αστυνόμο Αποστόλου, που όλως τυχαίως ήταν και ο προϊστάμενος του Κωστή.
Τελικά φαίνεται πως ο Κωστής είχε ακούσει τη συμβουλή του υποδιοικητή του στο τμήμα του Πόρτο Ράφτη. Είχε ενσωματωθεί πλήρως, είχε αποκτήσει την καχυποψία στο μάτι του και τη νοοτροπία του «εγώ κάνω ερωτήσεις, εσύ απαντάς» και είχε ταχθεί στην υπηρεσία για την Προστασία του Πολίτη…
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου