30.3.11

Θέλω να ξυπνήσω, να θυμηθώ, να πιστέψω







Σσσσςςςς, γράφει η
Χάρις Αλεξίου

Πρώτα σε κόβουν από την δουλειά, ύστερα σε ρίχνουν σε ένα καναπέ, σου δίνουν ένα τηλεκοντρόλ και σε πλακώνουν σε ένα ατέλειωτο τίποτα.

Ναι, η χώρα μου είναι σε κρίση, το λένε και οι Θεοί του κράτους οι καημένοι, και αυτό φαίνεται πρώτα όχι από τα άδεια πορτοφόλια αλλά από τους λόγους που αδειάζουν τα πορτοφόλια για αγαθά που δεν είναι Αγαθά.

Πώς θα σε στείλουν αλλού από το «Εδώ» που «δεν λέει»;

Πώς θα σε πάρουν από το «Τώρα» που μυρίζει;

Αυτοί ξέρουν τι είναι καλό για μένα και τα έχουν κανονίσει όλα.

Λέω «για να δω τι παίζει στον κόσμο»; Ανοίγω την τηλεόραση και βλέπω τον αχταρμά.

Φωτιές, καταστροφή, πείνα, απελπισία, θάνατος, κάμερες παντού, έγκλημα, έγκλημα, έγκλημα, Βουλή με ατάκες, Παρλιάρος με μους λεμονιού, Στρος-Καν με σκατά, τραπεζοδάνεια-μούφας, Τυχαίο; Δεν νομίζω. Το νέο κινητό που δίνει πίσω χρήμα, γιαούρτι για κάθε είδους έντερο, έναν με μπλε καπέλο (που έχει χρυσό σκούφο) να βρίζει κάποιον πως είναι ανεπρόκοπος γι’ αυτό δεν πάει καλά το μαγαζί, μία όμορφη να σκάει στο κλάμα (μάλλον από την χαρά της γιατί της πέτυχε το «Πακέτο») και διάφορους «τίποτες» από κανάλια που δεν τα βλέπει κανείς, να τους κάνουν διάσημους άλλοι διάσημοι «κάτιδες».

Όλα, για μια ψυχαγωγία που δεν σου αφήνει τίποτα, που δεν σε πάει πουθενά, που όταν κλείνεις και πας για ύπνο είσαι πιο χάλια από πριν.

Κι εκεί που πετυχαίνεις κάτι για σένα , ώπα σε κόβει πάλι ένας ηλίθιος φουσκωτός που στρώνει κοιλιακούς, κι αν τηλεφωνήσεις «Τώρα» θα γίνεις κι εσύ ηλίθιος.

Η τηλεόραση χάλασε, λεω. Πρέπει να πάρω άλλη. Μια 3D. (δεν είμαι καλά). Χρειάζομαι ό,τι μου προτείνει το τελεμαρκετινγκ.

Είναι ανάγκη να έχω μαλλιά Μενεγάκη …δεν υπάρχει!

Είναι ανάγκη για πολύ ψηλά τακούνια …μιλάμε, δεν υπάρχει!

Είναι ανάγκη να ξέρω να φτιάχνω μους λεμονιού …δεν έχει!

Είναι ανάγκη να ξέρω ποιος επώνυμος χορεύει καλύτερα tango …τέλειο;

Είναι ανάγκη να ξέρω πόσους κόμπους έχει ένα καλό χαλί …καλό;

Να μάθω τι πρέπει να κάνει ένα μοντέλο για να γίνει next top …δεν λεει!

Λεω κι άλλα Να…να, να, να…

και μετά­­­…

Θέλω να πάω στο θέατρο – Υπάρχει

Θέλω να ακούσω μουσική που δεν παίζει η τηλεόραση – Υπάρχει

Θέλω ραδιόφωνο που δεν παίζει από λίστα ­­­- Υπάρχει

Θέλω να γνωρίσω τους νέους ποιητές – Υπάρχουν

Θέλω να δω 25ρηδες να λένε τις ειδήσεις – Υπάρχουν

Θέλω να ξυπνήσω!

Θέλω να θυμηθώ!

Θέλω να πιστέψω κάποιον απ’ αυτούς που δεν χαμογελούν ποτέ! Γίνεται;

Κάποιον από αυτούς που γελάνε με το παραμικρό. Γίνεται;

Θέλω να Ξυπνήσω…

Ο κόσμος δεν είναι αυτός…

Αυτό είναι η φόρμα του κέικ της Εξουσίας, το Κράτος, το Αλλού και το Κάπου, δεν είναι η αλήθεια…

Δεν νυστάζω πάλι, παρ’ όλη την κούραση…

Μου ζητήσατε να γράψω κάτι, δεν ξέρω γιατί μου βγήκε αυτό…

Λέτε να φταίει και λίγο το μπέρδεμα μου για το Zeitgeist;

Άργησα λίγο, αλλά το έζησα κι αυτό!

Αυτά για σήμερα…





Θέλω να ξυπνήσω, να θυμηθώ, να πιστέψω


29.3.11

Φτάνει το πουλί στον Αλάχ;


Μετά από μια εβδομάδα κακοκαιρίας στη Ανατολική Ευρώπη, ο ουρανός έδειχνε και πάλι καθαρός ο ήλιος έριχνε τις καυτές ακτίνες του πάνω από τη χώρα μας και ο φίλος του γειτονικού διαμερίσματος κατέβηκε γεμάτος χαρά για να πλύνει το βρώμικο από την πολυήμερη βροχή αυτοκίνητό του. Γέμισε το κουβαδάκι του με νερό και άρχισε να τρίβει με στοργή τις λαμαρινές. Ιδαίτερα προσεκτικός ήταν στο καθάρισμα των τζαμιών όπου κοίταζε,ξανακοίταζε, έσκυβε και κοιτούσε από όλες τις γωνίες για να δει μην τυχόν και του ξέφυγε κάποιος κόκκος λάσπης. Αφού στέγνωσε και κέρωσε το γαλάζιο AYGO πράγματι έλαμπε καθώς το φως του ήλιου απλωνόταν πάνω του.
Περιχαρής ο φίλος μας ανέβηκε γρήγορα γρήγορα τις σκάλες ντύθηκε και ετοιμάστηκε να πάει στη δουλειά του μια και ήταν απογευματινός!
Κατέβηκε το ίδιο αεράτος όπως ανέβηκε φορώντας το κουστούμι του ενώ ο αέρας πλημμύρισε από το άρωμα που πλούσια είχε ρίξει πάνω του…
Μπήκε στο καθαρό αυτοκίνητο του, άνοιξε με το αριστερό χέρι το παράθυρο και με το δεξί ψαχούλευε τις συχνότητες στο ραδιόφωνο. Μόλις έπιασε μια του γούστου του έβαλε πρώτη και άρχισε να μειώνει την απόσταση προς την εργασία του.
Κάπου στη μέση της διαδρομής όμως ένα κόκκινο φανάρι, διέκοψε προσωρινά την πορεία του. Δεν ήταν όμως μόνο αυτό το… κακό που τον περίμενε. Από το πουθενά πετάχτηκε ένας κοντούλης μαυρούλης και άρχισε να σαπουνίζει γρήγορα το παρμπρίζ στο γαλάζιο ΑΥGO. Το αίμα ανέβηκε στο κεφάλι του κουστουμαρισμένου φίλου μας που βγήκε όπως όπως από το αυτοκίνητο του και άρχισε να βρίζει αδιάκοπα τον κοντούλη αλλοδαπό.
«Ρε μαλάκα σου ‘πα να το καθαρίσεις; Ρε βρωμιάρη δεν βλέπεις ότι είναι καθαρό! Με τόση μαυρίλα που ‘χεις πάνω σου που να δεις ρε σκατιάρη».
Μάταια ο κακομοίρης ο αλλοδαπός προσπαθούσε να δικαιολογηθεί: «Φίλος εγκώ πεινάει, 50 σεντς πάρει ψωμί».
«Τι ψωμί ρε, να πας στην πατρίδα σου να βρεις να φας ρε βρωμιάρη», άρχισε πάλι ο κουστουμαρισμένος φίλος μας! «Γαμώ εσένα και το μπουρδέλο το Πακιστάν σου ρε» ολοκλήρωσε τον εξάψαλμο του μπήκε στο αυτοκίνητο του, χαλάρωσε τη γαλάζια γραβάτα που φορούσε για να είναι ασορτί με το AYGO, άνοιξε τους υαλοκαθαριστήρες για να διώξει τους σαπουνάδες και αφού έριξε ένα τελευταίο γαμοσταυρίδι στον αλλοδαπό, που δεν το άκουσε καθώς είχε υποχωρήσει καμιά δεκαριά μέτρα από το σημείο του… εγκλήματός του, πάτησε γκάζι και εξαφανίστηκε!
Μετά από 20’ έφτασε στη δουλειά του με καθυστέρηση 15΄ λεπτών λόγω του τσακωμού, της εξάψεως του και των δύο, ευτυχώς μόνο, γύρων που έκανε στο οικοδομικό τετράγωνο για να βρει να παρκάρει. Ανέβηκε τις σκάλες μέχρι το τρίτο που ήταν το γραφείο του για να μην αργοπορήσει περισσότερο περιμένοντας το ασανσέρ από τον έβδομο και μπήκε αναψοκοκκινισμένος στο προθάλαμο του γραφείου. Εκεί αντίκρισε την γραμματέα του διευθυντή που δείχνοντας την πόρτα στο γραφείο του διευθυντή του είπε χαμηλόφωνα. «Σε ψάχνει ένα τέταρτο τώρα»…
Ο φίλος μας φτιάχνοντας τη γραβάτα του και το κουμπώνοντας το σακάκι χτυπάει δύο φορές σιγανά την πόρτα του διευθυντή, την ανοίγει και μπαίνει μέσα με το βλέμμα του να κοιτάζει χαμηλά. «Με ζητήσατε» απευθύνθηκε αγχωμένα στον διεύθυντή του. «Βρε καλώς τον» απάντησε αυτός. «Αργησες» είπε και κοίταξε εκνευρισμένα το ρολόι του! Ο φίλος μας ξεροκατάπιε και άρχισε να λέει: «Ξέρετε μου έ...», αλλά πριν προλάβει να συνεχίσει ο διευθυντής του κατακοκκίνισε και άρχισε να φωνάζει: «Εσενα όλο κάτι σου συμβαίνει ρε. Αντε τελείωνε ακαμάτη, σε πληρώνουμε τσάμπα, φέρε το φάκελο που σου είπα από τα χθες» και με το χέρι του χωρίς να τον κοιτάζει του ‘κανε νόημα να φύγει!
Η ημέρα του φίλου μας αν και ξεκίνησε όμορφα χάλασε και αναμενόταν να χαλάσει ακόμη περισσότερο.
Μετά από δύο ώρες εργασίας όπου κεφάλι δεν σήκωσε, πήγε στην κουζίνα να κάνει ένα τσιγάρο. Μόλις το άναψε πήγε να ανοίξει το παράθυρο για να φεύγει ο καπνός και τότε είδε ότι τα μακρινά πρωινά άσπρα σύννεφα, μόλις είχαν πλησιάσει και έδειχναν μαύρα σαν τον μαυρούλη αλλοδαπό και φουντωμένα σαν τον διευθυντή του… «Ωχ νέα μπόρα έρχεται», πρόλαβε να πει και το πρώτο μπουμπουνητό ακούστηκε! «Όχι ρε γαμώ το, τσάμπα το πλύσιμο» είπε και γύρισε στο γραφείο του χαλαρώνοντας από αγανάκτηση και πάλι τον κόμπο της γραβάτας του.
Κατά τις 9.30 το βράδυ ο φίλος μας φόρεσε το σακάκι του και ετοιμάστηκε να φύγει καθώς η βάρδια του είχε τελειώσει. Παρά τα έντονα μπουμπουνητά η βροχή που έπεσε δεν ήταν ιδιαίτερα δυνατή και υπολόγιζε πως το αυτοκίνητο του δεν θα είχε λερωθεί πολύ .
Μάταια όμως είχε ξεχάσει ότι είχε παρκάρει το αυτοκίνητο του κάτω από ένα πεύκο και αυτό φορτωμένο με ανοιξιάτικη γύρη είχε αδειάσει όλη την κίτρινη σκόνη πάνω στο πρώην γαλάζιο ΑΥGO.
Αφού ξεπέρασε το σοκ ο φίλος μας μπήκε στο αυτοκίνητο του και πήρε το δρόμο της επιστροφής ελπίζοντας πως η κακοτυχία του θα τελείωνε στο γεμάτο κίτρινη λάσπη αυτοκίνητό του.
Αμ δε, το κόκκινο φανάρι που τον είχε σταματήσει το πρωί δεν είχε διάθεση να τον αφήσει να περάσει… Περιμένοντας να ανάψει το πράσινο φανάρι ο φίλος μας έφερε στο νου του το επεισόδιο με τον αλλοδαπό και μετά το «λούσιμο» με την γύρη πόσο αστείο του φαινόταν. Μα να που από το σκοτάδι ξεπρόβαλε και πάλι ο κοντούλης αλλοδαπός με το λάστιχο στο χέρι. Μετά την μπόρα ευκαιρία ήταν για «υπερωρίες» για να καθαρίσει τα λερωμένα παρμπρίζ. Αναγνωρίζοντας το αυτοκίνητο του… αγριεμένου φίλου μας, πλησίασε και σήκωσε το χέρι που κρατούσε το λάστιχο πιο ψηλά κάνοντας νόημα για να καθαρίσει το παρμπρίζ…
Ο φίλος μας συμφώνησε και ο μαυρούλης άρχισε να του καθαρίζει το παρμπρίζ. Μόλις τελείωσε πλησίασε το παράθυρο του οδηγού. Μόλις αυτός όμως πήγε να του δώσει τα ψηλά ο αλλοδαπός αρνήθηκε και του είπε: «Φίλε εγκώ κεράσει πλύσιμο. Κουράστηκε να γκαμάς όλο Πακιστάν σήμερα. Μόνο που εγκώ είμαι από Ιραν. Πας εκεί αύριο… Στον Αλάχ δεν φτάνει το πουλί σου ε; Τη γκλίτωσε ευτυχώς» είπε και έφυγε γελώντας δυνατά! Ο φίλος μας νευρίασε για λίγο, αλλά κατάλαβε πως το είχε χάσει το παιχνίδι, έσκυψε το κεφάλι, έκλεισε το παράθυρο και έφυγε…

*Αφιερωμένο στο φίλο μου τον Γιάννη, που θα πρέπει να ξέρει πως ένα κομμάτι ψωμί είναι πολυτιμότερο από ένα καθαρό τζάμι… Τις πιο πολλές φορές το ξεχνώ και γω!!!

28.3.11

Απωλέσαμε την αγάπη μας. ΣΤΟΠ!


Eνα πρωινό του Νοεμβρίου μία μπέμπα αντίκριζε για πρώτη φόρα το σπίτι της. Μαζί με ένα φιλί για το καλωσόρισμα ο παππούς άφησε στην μικρή καλαθούνα μια κάρτα που στο πίσω μέρος της έγραφε.
«Καλώς ήλθες αγγελούδι μας στη ζωή μας. Σου εύχομαι να είσαι πάντα υγιής, ευτυχισμένη και οι τσέπες σου να είναι πάντα γεμάτες με λεφτά»,
Τέσσερα χρόνια αργότερα το μικρό κοριτσάκι έπαιζε στην παιδική χαρά. Φαίνεται πως είχε βαρεθεί την κούνια, τον μύλο και την τραμπάλα και έπαιζε με 5 κουκουνάρια που είχε μαζέψει. Ανέβαινε στην τσουλήθρα και άφηνε τα κουκουνάρια να κατρακυλήσουν κάτω. Υστερα κατέβαινε τα μάζευε και επαναλάμβανε το απλό μεν, αλλά απολαυστικό απ’ όσο έδειχνε παιχνίδι της.
Ηταν τέτοια η χαρά της για αυτό το παιχνίδι, που προξένησε το ενδιαφέρον ενός άλλου μικρού κοριτσιού. Παίζοντας με τις κοτσίδες της το κοριτσάκι πλησίασε την τσουλήθρα και περίμενε την μικρή φίλη μας να αφήσει τα κουκουνάρια να κατρακυλήσουν. Μόλις αυτά έφτασαν κάτω στα πόδια του μικρού κοριτσιού με τις κοτσίδες, αυτό έσκυψε τα πήρε και τα έδωσε πάλι πίσω στην καινούργια φίλη της για να συνεχιστεί το παιχνίδι. Μετά από λίγο όμως θέλησε και αυτή να ρίξει ένα κουκουνάρι από την τσουλήθρα και έτσι έδωσε στην φίλη της μόνο τα τέσσερα κουκουνάρια. Αμέσως η μικρή μας φίλη άρχισε να φωνάζει: «Μαμά, μαμά το κοριτσάκι μου πήρε το κουκουνάρι» και κινήθηκε νευριασμένη κατά του άλλου κοριτσιού
Η μαμά της έτρεξε αμέσως κοντά και αφού χώρισε τα δύο κορίτσια είπε: «Καλά δεν πειράζει δώσε ένα κουκουνάρι και στο άλλο κοριτσάκι».
Η κόρη της όμως ήταν ανένδοτη ξέσπασε στα κλάματα και ζητούσε επίμονα το κουκουνάρι της. Στο τέλος η μαμά εκνευρίστηκε άρπαξε το κοριτσάκι και έφυγαν.
Το άλλο κοριτσάκι έμεινε με το ένα κουκουνάρι στο χέρι, αλλά απογοητευμένη που έχασε την παρέα της πέταξε το κουκουνάρι, και έκατσε στο παγκάκι στεναχωρημένη.
Τότε η μητέρα της πλησίασε και της εξήγησε πως αν είχε δώσει πίσω το κουκουνάρι στο άλλο κοριτσάκι ίσως να μην τελείωνε τόσο γρήγορα το παιχνίδι τους. Της είπε επίσης πως θα μπορούσε να μαζέψει κι αυτή άλλα κουκουνάρια που ήταν πεσμένα κάτω από το πεύκο να τα μοίραζαν και να έπαιζαν με όλα τα κουκουνάρια…
Το κοριτσάκι που έφυγε με τη μαμά του μόλις έφτασε στο σπίτι της πήγε βιαστικά στον παππού της και είπε χαρτί και καλαμάρι τι είχε συμβεί. Ο παππούς της έσκυψε φίλησε την εγγονή του και της είπε: «μη σε νοιάζει μωρό μου θα σου φέρω εγώ όλα τα κουκουνάρια δικά σου».
Κι έτσι μεγάλωσαν τα κοριτσάκια και έγιναν γυναίκες. Μια ηλιόλουστη ημέρα βρέθηκαν στην ίδια παιδική χαρά. Η μία ήταν πλέον μητέρα δύο μικρών αγοριών και έπαιζε μαζί τους στην τσουλήθρα αφήνοντας κάτι κουκουνάρια να κατρακυλήσουν κάτω. Η άλλη ήταν μια κομψή νεαρή κυρία που καθισμένη σταυροπόδι στο παγκάκι δίπλα από την τσουλήθρα διάβαζε ένα βιβλίο. Κάποια στιγμή ένα κουκουνάρι κύλησε και την χτύπησε στο παπούτσι. Αυτή εκνευρισμένη κοίταξε κάτω και μετά έστρεψε το βλέμμα της προς τα δύο αγοράκια που έχοντας βάλει τα χεράκια μπροστά στο στοματάκι τους χαχάνιζαν πονηρά για την σκανδαλιά τους. Η κομψή κυρία έκλεισε απότομα το βιβλίο της σηκώθηκε βιαστικά και περνώντας από την τσουλήθρα μονολόγησε: «Ούτε ένα βιβλίο δεν μπορεί να διαβάσει κανείς με την ησυχία του πια», και απομακρύνθηκε. Η μητέρα αφού μάλωσε με το βλέμμα της τα δύο της αγόρια έτρεξε να σηκώσει μια φωτογραφία που είχε πέσει από το βιβλίο της κομψής κυρίας. Μόλις την σήκωσε έτρεξε προς το μέρος της την πρόλαβε και αφού της χαμογέλασε της έδωσε πίσω τη φωτογραφία και γύρισε πίσω στα παιδιά της.
Η κομψή κυρία μόλις πήρε τη φωτογραφία στα χέρια της τη φίλησε και είπε: «Αχ παππού μου παραλίγο να σε χάσω». Στη συνέχεια έκρυψε τη φωτογραφία μέσα στις σελίδες του βιβλίου μπήκε στο πανάκριβο αυτοκίνητό της και έφυγε μονάχη με τις αναμνήσεις του παππού της, την ώρα που η μητέρα είχε αγκαλιάσει τα δυο παιδιά της και χαχάνιζε και αυτή μαζί τους για την μικρή και αθώα σκανδαλιά τους!

25.3.11

Παρέλαση, πασαρέλα, καρνάβαλος.




Η παρέλαση είναι μια στρατιωτική τελετή κατά την οποία οι δυνάμεις του στρατού προς τιμή μιας εθνικής επετείου ή κάποιου άλλου σημαντικού γεγονότος εμφανίζονται δημόσια παρουσιάζοντας τα όπλα και τον εξοπλισμό τους και κάνοντας παράταξη και πορεία.
Παρελάσεις γίνονταν και στην αρχαιότητα κυρίως για να επιδείξει το κάθε κράτος την στρατιωτική του ισχύ και να τονώσει το εθνικό φρόνημα των πολιτών του.
Για τον ίδιο λόγο καθιερώθηκαν και οι μαθητικές παρελάσεις την δεκαετία του 1930 με σκοπό να εξυψώσουν την εθνική υπερηφάνεια να τονώσουν την εθνική ομοψυχία να τιμήσει η νεολαία του κράτους τους πεσόντες υπέρ της πατρίδας.
Στα δικά μου μαθητικά χρόνια μέρες πριν την επέτειο της εθνικής εορτής, οι δάσκαλοι αφιέρωναν διδακτικές ώρες για να μας μάθουν το σωστό βηματισμό και τρώγαμε και καμιά καρπαζιά όταν δεν υπακούγαμε στην εντολή «ψηλά το κεφάλι, έξω το στήθος». Επίσης μέρες νωρίτερα τρέχαμε – όσοι ήμασταν τυχεροί γιατί δεν μπορούσαμε να παρελάσουμε όλοι – να αγοράσουμε την στολή παρελάσεως, που ήταν για όλους η ίδια και απαράλλακτη, από την κορφή ως τα νύχια.
Αυτή η ομοιογένεια μας έκανε ένα σύνολο και μαζί με τον συγχρονισμό στον βηματισμό ήταν που μας έκανε περήφανους και αποσπούσαμε το χειροκρότημα του κόσμου…
Σήμερα 25 Μαρτίου του 2011, παρακολούθησα την μαθητική παρέλαση στην πόλη μου και το μόνο που δεν ένιωσα ήταν υπερηφάνεια, αλλά αντίθετα τα συναισθήματα που με κατέκλυσαν ήταν οργή, αγανάκτηση και στο τέλος αδιαφορία που μ’ έκανε να αποχωρήσω πολύ πριν το τέλος της…
Μαθητική παρέλαση είναι όταν παρελαύνουν μαθητές και όχι το δημοτικό συμβούλιο - που βαρέθηκε μάλιστα να φτάσει ως το τέλος της διαδρομής – σαν ένα μπούγιο που χαιρετούσε τους ψηφοφόρους του σε μια προεκλογική ομιλία. Μαθητική παρέλαση δεν είναι η πορεία διαμαρτυρίας των Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων και του ΠΑΜΕ κατά της κυβερνητικής πολιτικής, του ΔΝΤ και του μνημονίου - πράγματα και καταστάσεις σοβαρές που απασχολούν το κοινωνικό σύνολο αλλά άκαιρα με τον συμβολισμό της ημέρας.
Μαθητές δεν είναι ο εμπορικός σύλλογος με τους κύριους και κυρίες επιχειρηματίες να περνούν για να επιδείξουν τα συνολάκια και τις γούνες τους στο αγοραστικό κοινό της πόλης.
Μαθητική παρέλαση είπαμε σημαίνει ομοψυχία, ομοιογένεια και περηφάνεια. Σημαίνει παράστημα και συγχρονισμός.
Αντί αυτού παρακολούθησα μια ατελείωτη πασαρέλα που ο καθένας φορούσε ότι ήθελε και δεν ήθελε, μακρύ κοντό, με μανίκι ή αμάνικο με ή χωρίς γυαλιά ηλίου, επιδεικνύοντας, τον καβάλο του, το στήθος της, τα μπράτσα του, το πόδι της, τον κώλο τους! Του κώλου παρέλαση δηλαδή! Άλλος χαμογελούσε στην μαμά του, άλλος έβγαζε τη γλώσσα στους φίλους του που τον κορόιδευαν, άλλη χαιρετούσε τον γκόμενο, άλλη μοίραζε φιλάκια και ματάκια καταλαβαίνετε γιατί.
Ενα πράγμα έλειπε τα άρματα, οι βραζιλιάνες, τα κομφετί, οι σερπαντίνες και ο σοκολατοπόλεμος για να ολοκληρωθεί το καρναβάλι!
Δεν συντρέχει λόγος για να συνεχιστεί άλλο αυτή η παρ-ωδια-ελαση! Δεν τιμούμε με αυτόν τρόπο τους νεκρούς ήρωες αυτού του έθνους, μάλλον ντροπιάζουμε τη μνήμη τους!

22.3.11

Νοσώ, νοσείς, νοσεί!!!


Στο δωμάτιο 222 της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας ενός δημόσιου νοσοκομείου νοσηλεύονταν ένας γεράκος 82 ετών με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Εξω από την εντατική οι δικοί του αγωνιούσαν για τη ζωή του. Συχνά – πυκνά το τηλέφωνο της κόρης του χτυπούσε. Η αδερφή του ασθενή αγωνιούσε και αυτή με τη σειρά της για την ζωή του αδερφού της και έπαιρνε να μάθει νεότερα. Λίγο πριν το τέλος της συνομιλίας η κόρη του γεράκου έλεγε: «Όχι θεία μην έρθεις δεν θα μπορέσεις να τον δεις δεν μας επιτρέπουν. Ενας μπαίνει κάθε φόρα για 5 λεπτά, μην έρθεις θα ταλαιπωρηθείς. Το ξέρω αδερφός είναι νοιάζεσαι, αλλά θα ταλαιπωρηθείς χωρίς λόγο. Αυτή συνομιλία γινόταν 4-5 φορές επί 7 ημέρες που έκατσε ο γεράκος στην εντατική.
Όταν πέρασε ο κίνδυνος για τον γεράκο ο γιατροί του έδωσαν εξιτήριο και του είπαν ότι θα πρέπει σε σύντομο χρονικό διάστημα να κάνει εξετάσεις ώστε να δουν με ακρίβεια την κατάσταση της καρδιάς του.

Μετά από μια εβδομάδα παραμονής στο σπίτι του ο γεράκος με τη συνοδεία της κόρης του πηγαίνει στο νοσοκομείο για μια στεφανιογραφία. Οι νοσηλεύτριες παραλαμβάνουν τον παππού για τον προετοιμάσουν και η κόρη περιμένει στο σαλόνι του νοσοκομείου. Οσο περνούν οι ώρες τόσο η αγωνία της μεγαλώνει και κάπου εκεί χτυπάει το κινητό της. Η κοπέλα απαντάει στο τηλέφωνο «Ελα θεία, ναι τον πήρανε. Δεν ξέρω ακόμη δεν τελείωσαν. Μετά στην εντατική θα τον πάνε για μία ημέρα. Μετά θα φύγουμε. Όχι ρε θεία τι να έρθεις να κάνεις σου λέω θα τον πάνε στην εντατική. Το ξέρω ότι είναι αδερφός και τον νοιάζεσαι αλλά μια εβδομάδα που ήταν στο σπίτι δεν ήρθες. Εδώ και να έρθεις δεν θα τον δεις. Όχι θεία δεν θα δώσουμε φακελάκι, κάτι γλυκά έχω πάρει. Γιατί να ντραπώ ρε θεία, το ξέρω ότι είναι ολόκληρος επιστήμονας ο γιατρός, αλλά θα του αρέσουν και τα γλυκά, όχι μόνο τα χρήματα». Κάπως έτσι τελείωσε και η συνομιλία θείας – κόρης…
Κάποια στιγμή στη ζωή μας όλοι αρρωσταίνουμε ή αρρωσταίνει κάποιος δικός μας και είτε το θέλουμε είτε όχι αναγκαζόμαστε να μπλεχτούμε στα γρανάζια της περιβόητης δημόσιας υγείας Όταν η περιπέτεια η δική μας ή του συγγενούς μας φτάσει στο αίσιο ή… απαίσιο τέλος της το συμπέρασμα όλων μας είναι ένα, η Υγεία μας νοσεί.
Στην πραγματικότητα όμως εμείς νοσούμε πνευματικώς και ψυχικώς.
Πνευματικώς νοσούμε γιατί συνηθίζουμε να συνωστιζόμαστε στους θαλάμους οπού νοσηλεύονται οι δικοί μας με τις ώρες τάχα από ενδιαφέρον και από αγάπη, δυσχεραίνοντας το έργο – γιατί για έργο πρόκειται – των γιατρών νοσοκόμων και άλλων λοιπών ειδικοτήτων που φροντίζουν για την υγεία των ασθενών. Μάλιστα οι περισσότεροι ούτε καν τηρούμε τις ώρες επισκεπτηρίου και τις συνθήκες υγιεινής πηγαίνοντας λουλούδια, περιοδικά, σουβλάκια και γλυκά στους ασθενείς μας μεταφέροντας χιλιάδες μικρόβια.
Η αγάπη μας «τελειώνει» μόλις ο ασθενής βγει από το νοσοκομείο λες και δεν έχει την ανάγκη συντροφιάς όταν πάει στο σπίτι του.
Το νοσοκομείο δεν είναι ξενοδοχείο και οι νοσηλευτές και οι γιατροί δεν είναι ούτε ρεσεψιονίστ, ούτε καμαριέρες για να μας εξυπηρετούν…
Ψυχικώς νοσούμε διότι πλέον το φακελάκι και η παράνομη αμοιβή μας έχει γίνει μόνιμη ιδέα.
Και ακόμη και αν οι γιατροί αρνηθούν το φακελάκι, και ναι υπάρχουν πάρα πολλοί τέτοιοι, εμείς επιμένουμε «μα για ένα καφεδάκι» για να ησυχάσει η συνείδηση μας λες και αν δεν δώσουμε ο γιατρός θα τον στείλει μια ώρα αρχύτερα τον ασθενή στον Αγιο Πέτρο.
Και οι άλλοι μας κοιτάζουν σαν εξωγήινους αν πούμε ότι δεν θα δώσουμε φακελάκι…
Εμεις λοιπόν νοσούμε πρώτοι και μετά κολλάμε και τους γιατρούς, τους νοσηλευτές και τις λοιπές συμπαθείς ειδικότητες της Δημόσιας Υγείας, αλλά όπως γίνεται συνήθως ρίχνουμε τις ευθύνες στους άλλους…
Γιατρούς έχουμε πολλούς και καλούς , νοσηλευτές έχουμε λιγότερους (για τις ανάγκες μας) , αλλά καλούς επίσης. Η ποιότητα στις υπηρεσίες λείπει, ας φροντίσουμε να υπηρετήσουμε σωστά το σύστημα για να μας το ανταποδώσει…

21.3.11

ΕΝΑΝ ΜΥΘΟ ΘΑ ΣΑΣ ΠΩ...






Μια φορά κι ένα καιρό υπήρχε ένα μικρό γαλάζιο βασίλειο όπου σ’ αυτό κατοικούσαν μια χούφτα άνθρωποι που ζούσαν καλλιεργώντας τη γη τους και εκτρέφοντας τα λιγοστά ζωντανά τους. Παρ’ ότι η ζωή τους ήταν απλή και φτωχική όλοι έδειχναν ευτυχισμένοι λες και δεν αντιμετώπιζαν προβλήματα…
Επειδή αγαπούσαν τον τόπο τους και έδειχναν να αρκούνται στα όσα τους πρόσφερε η μητέρα φύση είχε δημιουργηθεί ένας μύθος ότι έχουν βρει το μυστικό της ευτυχίας. Ο μύθος αυτός όσο περνούσαν τα χρόνια εξαπλώθηκε από άκρη σ’ άκρη ολόκληρης της οικουμένης .
Πολλοί θέλησαν να μάθουν το μυστικό των κατοίκων του μικρού βασιλείου και άρχισαν να το επισκέπτονται. Το μυστικό δεν ήταν άλλο πέρα του ότι όσοι κατοικούσαν σε αυτή την μικρή χώρα είχαν μάθει να ζουν με τα λίγα, δεν προσπαθούσαν για τα περισσότερα γιατί δεν τα χρειάζονταν και έτσι όλοι μαζί απολάμβαναν τον ήλιο, το καθαρό ουρανό και την καταγάλανη θάλασσα του τόπου τους. Μόνιμα είχαν ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα πρόσωπά τους. Και με αυτό υποδέχονταν και τους επισκέπτες που έρχονταν από τα γειτονικά βασίλεια και φρόντιζαν ώστε η διαμονή τους να τους μείνει αξέχαστη.
Κατά καιρούς άλλοι βασιλείς προσπάθησαν να κάνουν κακό σε αυτούς τους ανθρώπους μόνο και μόνο από ζηλοφθονία, καθώς οι δικοί τους υπήκοοι γκρίνιαζαν συνέχεια για την κακή τους μοίρα, που έπρεπε να δουλεύουν αδιάκοπα και να προσφέρουν τα αγαθά τους στους άρχοντες του τόπου για να καλοπερνούν ενώ οι ίδιοι βολεύονταν με τα ψίχουλα.
Πάντα όμως οι υπήκοοι του μικρού βασιλείου σε κάθε απειλή που ένιωθαν ότι θα τους τάραζε την ευτυχία γίνονταν μια γροθιά και αγωνίζονταν για την πατρίδα τους και στο τέλος πάντα έβγαιναν νικητές …
Μόνο ένας έδειχνε να μην είναι και τόσο ευτυχισμένος όσο οι υπόλοιποι στο μικρό αυτό βασίλειο. Και όσο και αν σας φαίνεται παράξενο δεν ήταν άλλος από τον ίδιο τον βασιλιά!
Ο άρχοντας του γαλάζιου βασιλείου ένιωθε μειονεκτικά απέναντι στους άλλους βασιλείς και ο λόγος ήταν όταν επέστρεφαν οι υπήκοοι των άλλων βασιλείων στις πατρίδες τους έλεγαν με στόμφο ότι στη γαλάζια χώρα όλοι ζούσαν σαν βασιλιάδες.
Ετσι οι υπόλοιποι άρχοντες κορόιδευαν τον γαλάζιο βασιλιά λέγοντας του, «τι σόι βασιλιάς είσαι εσύ, αφού δεν έχεις υπήκοους να σου πληρώνουν φόρους και σκλάβους να σε υπηρετούν και στη χώρα σου όλοι ζουν βασιλικά»…
Τότε ο γαλάζιος βασιλιάς ζήτησε τη βοήθεια των άλλων αρχόντων ώστε και αυτός να νιώσει τα ηγεμονικά συναισθήματα.
Ορισε λοιπόν τους αντιβασιλείς τους οι οποίοι έπρεπε να σκέφτονται αντι για αυτόν γιατι ε, βασιλιάς είναι δεν πρέπει να κουράζεται! Αυτοί έφτιαξαν την αυλή του βασιλιά με ανθρώπους με περγαμηνές αλλά και βαθιές τσέπες, που με την σειρά τους άρχιζαν να διορίζουν άλλους ανθρώπους που έπρεπε να βρουν τρόπους για να γεμίζουν τις τσέπες των αυλικών για να πραγματοποιήσουν τις ιδέες των αντιβασιλέων και να ικανοποιήσουν τα θέλω του βασιλιά που είπαμε δεν έπρεπε να κουράζεται και πάει λέγοντας.
Ετσι έφτιαξαν μια ωραία πυραμίδα με κορυφή τον βασιλιά απο κάτω τους ανιβασιλείς και στη βάση κάτω κάτω τους υπήκοους!
Αυτοί οι δύστυχοι πλέον έπρεπε να ξεχάσουν τον ήλιο και τις θάλασσες, να σκύψουν και κεφάλι να μην ξανασηκώσουν. Επρεπε να δουλεύουν να δουλεύουν να δουλεύουν για να ικανοποίησουν τον βασιλιά τους που είπαμε δεν έπρεπε να σκέφτεται για να μην κουράζεται...
Ετσι πέρασαν χρόνια και χρόνια και η ζωή των χωρικών γίνονταν όλο και πιο μαύρη, όλο και πιο ανυπόφορη!
Ωσπου μια μέρα εμφανίστηκαν οι άρχοντες των γειτονικών βασιλείων που είδαν την κοιλιά του γαλάζιου βασιλιά να μεγαλώνει συνεχώς και είπαν: "Εμείς του ανοίξαμε τα μάτια, αλλά κανένα κομμάτι δεν περισσεύει για μας". Και έτσι αχόρταγοι που ήταν άρχισαν να σπέρνουν ζιζάνια στο γαλάζιο βασίλειο. Αρχισαν να διαβάλουν τον βασιλιά στα μάτια του αντιβασιλέα και αυτός με τη σειρά του να διαβάλει τον άρχοντα του στις μικρότερες βαθμίδες μέχρι που έφτασαν στη βάση της πυραμίδας τους χωρικούς, που και αυτοί ένιωσαν προδωμένοι από τον βασιλιά τους και επαναστάτησαν και γκρέμισαν τον κακό βασιλιά από τον θρόνο, κάνοντας νέο τους βασιλιά τον πρωην αντιβασιλέα που τους άνοιξε τα μάτια και τους υποσχέθηκε ότι θα επιστρεψουν οι παλιές καλές ηλιόλουστες ημέρες. Επίσης ο πρώην αντιβασιλέας δεν ξέχασε τους άρχοντες - ευεργέτες του- των άλλων βασιλείων και τους έκοψε μερίδιο από την ξένη πίτα και ζήσαν αυτοί καλά, οι χωρικοί με το όνειρο και το γαλάζιο βασίλειο χρεωκόπησε...

19.3.11

Πρώτα είμαι άνθρωπος!


Υπάρχουν φορές που μου ‘ρχεται να πάρω φόρα και να χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο μέχρι να μου ανοίξει και να διαπιστώσω αν το αίμα μου είναι κόκκινο ή γαλάζιο!
Μετά «θέλω» αν και δεν το θέλω καθόλου, να ανοίξω το κεφάλι ενός από αυτούς τους ταλαίπωρους λαθρό και μη μετανάστες για να διαπιστώσω αν το δικό τους αίμα είναι και αυτό κόκκινο ή αλλάζει παίρνοντας τις αποχρώσεις της σημαίας που έχει η πατρίδα του καθενός…
Θα μου πει κάποιος καλά ρε τρελός είσαι; Το ίδιο θα ρωτούσα και γω όλους αυτούς τους πατριώτες που βάζουν την εθνικότητά τους πάνω από την ανθρωπιά τους και που πάνω από όλα είναι Χριστιανοί και κάνουν τον σταυρό τους…
Τι σόι Χριστιανοί μπορεί να είναι όταν δεν μπορούν να αντιληφθούν τον πόνο ενός συνάνθρωπού τους που έφυγε κυνηγημένος από την πατρίδα του, ήρθε πεινασμένος και διψασμένος στην χώρα μας και αντί να του δώσουν ένα ποτήρι νερό να ξεδιψάσει, εύχονται «να ψοφήσει ο αράπης, που θα τον ταϊζω εγώ».
Ο Χριστός που πιστεύουν είπε: «αγαπάτε αλλήλους» και όχι «αγαπάτε αλλήλους Ελληνες».
Δεν μπορείς να λέγεσαι Ελληνας να αυτοδιαφημίζεσαι ότι είσαι απόγονος των αρχαίων Ελλήνων αλλά οι πράξεις σου να είναι αντίθετες με τα όσα οι ίδιοι έχουν πει:

• «Και οι Θεοί ακόμα δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν βία εναντίον της ανάγκης.»

• «Η αγάπη φέρνει ειρήνη ανάμεσα στους ανθρώπους, γαλήνη στην ταραγμένη θάλασσα, ύφεση στους ανέμους και γλυκό ύπνο στους δυστυχείς.»

• «Όλοι οι άνθρωποι είναι απ’ τη φύση ίσοι, πλασμένοι απ’ το ίδιο χώμα κι απ’ τον ίδιο Πλάστη. Όσο κι αν απατόμαστε, ο Θεός αγαπάει τόσο τον φτωχό χωρικό, όσο και τον ισχυρό ηγεμόνα.»
(Πλάτωνας)

Δεν μπορείς να λέγεσαι άνθρωπος όταν δεν μπορείς να αισθανθείς το ανθρώπινο πόνο, τον φόβο της μάνας μην χάσει το παιδί της από την πείνα, την αγωνία του άντρα να προσφέρει ασφάλεια στην οικογένεια του.
Δεν μπορείς να λέγεσαι άνθρωπος όταν χαίρεσαι να πατάς την αξιοπρέπεια του συνάνθρωπού σου, όταν ηδονίζεσαι να βλέπεις τον πόνο ζωγραφισμένο στο πρόσωπο ενός συνάνθρωπού σου, πόνο που ο ίδιος προκαλείς…
Ε! Όχι ρε γαμώτο, πρώτα γεννήθηκα άνθρωπος και μετά με είπαν Ελληνα, γιατί και οι συμπαθείς όνοι ελληνικής καταγωγής είναι, αλλά κάποιοι άλλοι γαϊδούρια γεννήθηκαν και γαϊδούρια θα πεθάνουν…

Απολογήσου!


Κάπου στα σαράντα ο άνθρωπος κάνει τον πρώτο απολογισμό της ζωής του. 
Ποιος είναι, τι ήθελε, τι πέτυχε, για πού ξεκίνησε, πως πορεύτηκε και που μέχρι τώρα έφτασε… 
Και πάντα ο απολογισμός βγαίνει αρνητικός. Αν όχι σε όλα στα περισσότερα! Τα όνειρα που έκανε χαθήκαν στην πορεία της ζωής. 
Άλλος ξεκίνησε, άλλος έφτασε στα μισά της ζωής, κι άλλος θα τερματίσει… 
Ίσως για όλες αυτές τις αλλαγές να ευθύνονται οι καταστάσεις που συνάντησε στο διάβα του. Το σίγουρο είναι πως όποιο μονοπάτι και να πήρε ήταν δική του η επιλογή και αυτός είναι ο μόνος υπεύθυνος. 
 Και για αυτό το λόγο πρέπει να είναι ικανοποιημένος γιατί ότι και αν έχει πετύχει στη ζωή του ήταν αυτά που ο ίδιος επέλεξε και δεν του τα επέβαλαν άλλοι. 
Γιατί όσο και αν οι άλλοι προσπαθούν να σου καθορίσουν τη ζωή πάντα υπάρχει η εναλλακτική οδός. 
Οι μόνοι που επιτρέπουν σε άλλους να τους καθορίσουν τις ζωές, είναι είτε βολεμένοι, είτε δειλοί. 
Οι βολεμένοι μένουν στις απολαύσεις που βρήκαν και απλά χάνονται στο ταξίδι και οι δειλοί κλείνονται στη φυλακή της ανασφάλειας και αφήνουν τους άλλους να κινούν τα νήματα της ζωής του σαν μαριονέτες… 
Σε όλες τις περιπτώσεις μετά τον πρώτο απολογισμό πάντα υπάρχουν τα περιθώρια για αλλαγές και ανατροπές, αλλά οι συνήθως αυτοί που τις επιχειρούν είναι όσοι μόνοι ορίζουν τη μοίρα τους… 
Οι άλλοι απλά περιμένουν το χάπι… end!

Εσυ θα μας σώσεις!



Όταν ένα παιδί φεύγει λιγοστεύουν τα όνειρα και οι ελπίδες για να φτιάξουμε καλύτερο τον κόσμο μας. 
Ένας άγγελος μας αποχαιρετά, παίρνοντας μαζί το γέλιο, τη χαρά, την αθωότητα, την αγάπη και κάνει τον κόσμο αυτό ακόμη πιο σκληρό και απάνθρωπο… 
Τι αξία μπορεί να έχει η βροχή, ο αέρας, τα λουλούδια, η 'Ανοιξη, η θάλασσα, το Καλοκαίρι αν λείπει το παιδικό χαμόγελο. 
Μόνο σε αυτό συνυπάρχουν τα πάντα γιατί μόνο μια αγνή ψυχή μπορεί να νιώσει την ακατέργαστη αξία τους. 
Τι νόημα έχει να σώσουμε ένα δάσος από τη φωτιά, όταν δεν μας ενδιαφέρει να «σβήσουμε» τον πόνο που καίει τα σωθικά ενός παιδιού. 
 Τι σημασία έχει να σώσουμε τη γη, αν δεν φροντίσουμε να σώσουμε το παιδί μας, γιατί κάθε παιδί είναι και δικό μας. Τα σπίτια, η περιουσία, τα λεφτά, τα αυτοκίνητα, τα λούσα είναι άχρηστα όταν τα μάτια μας δεν έχουν αντίκρυ τους αυτό το αθώο βλέμμα που μόνο αγάπη ξεχειλίζει. 
Όλοι υπήρξαμε παιδιά, όλοι μεγαλώνοντας υποσχόμασταν πως θα φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο. Στην πορεία το ξεχάσαμε γιατί κάποιοι μας ξεγέλασαν και μας υποσχέθηκαν απαγορευμένους καρπούς που κάνουν τη ζωή μας πιο εύκολη και χάσαμε το δρόμο μας. Κάποιοι συνήλθαν και θυμήθηκαν την υπόσχεσή τους, να κάνουν τον κόσμο καλύτερο. 
Μόνο που είχαν χάσει πολύτιμο χρόνο και η μόνη τους ελπίδα να τηρήσουν την υπόσχεσή τους ήταν ένα παιδί, ένα δικό τους παιδί, που θα το γεννήσουν, θα το μεγαλώσουν, θα του δώσουν τις σωστές αρχές, θα το προστατεύσουν από τα πάθη τους και θα του δώσουν τα εφόδια να δημιουργήσει… 
Κάθε παιδί είναι και δικό μας παιδί, γιατί μέσω αυτού θα έρθει η λύτρωση του καθενός μας. Ωραία τα σπίτια μας, ωραίοι οι δρόμοι μας, οι πλατείες μας, οι πόλεις μας, οι πατρίδες μας, ο πολιτισμός μας, αλλά τι να τα κάνουμε χωρίς παιδιά. 
Καμία παιδεία, καμία μόρφωση, καμία επιστήμη, καμία έρευνα δεν θα προχωρούσε αν δεν υπήρχαν παιδιά, γιατί τα παιδιά είναι η συνέχεια… 
Ας σώσουμε τα παιδιά μας, ας σώσουμε τις ψυχές μας!!!

Όλα τα πρόβατα κάνουν μπεεεεεε!


Εχω έναν γείτονα που σχεδόν μαζί εγκατασταθήκαμε στα νέα σπίτια μας…
Προσφάτως έφτιαξε ένα σπίτι πάνω από το δικό του το οποίο το προόριζε για τους γονείς του, οι οποίοι για πολλά χρόνια έμεναν μερικά οικοδομικά τετράγωνα μακριά.
Όταν πλησίαζε η ώρα της μετακόμισης όμως ο πατέρας του όλο και την ανέβαλε. Ακόμη και μετά την μετακόμιση όμως του ερχόταν δύσκολο να αφήσει το παλιό σπιτικό του που ήταν γεμάτο με αναμνήσεις τόσων χρόνων, να ξεχάσει τις συνήθειες του και να αρχίσει μια νέα ζωή τώρα που μπήκε στα δεύτερα –ήντα…
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τις συμπεριφορές σε όλα τα επίπεδα της ζωής τους όλων όσων ακούμπησαν τα 50 και η κατάσταση χειροτερεύει όσο τα χρόνια περνούν.
Τόσα χρόνια έχουν μάθει να ζουν με τη δεξιά, το κέντρο, την αριστερά και τα άκρα τους. Ολη τους η ζωή είναι επηρεασμένη από τη χούντα, την μεταπολίτευση, την αλλαγή και πάει λέγοντας. Εχουν συνηθίσει να βάζουν ταυτότητα στα λόγια των άλλων και να δίνουν χαρακτηρισμούς αυτός είναι φασίστας δεξιός, αυτός είναι πρασινοφρουρός και ο άλλος είναι κουμούνας άθεος…
Εχουν μάθει να ακούν και να υπακούν στα… σφυρίγματα μόνο του δικού τους τσοπάνη και να γυρίζουν αδιάφορα το κεφάλι τους σε άλλα σφυρίγματα ακόμη και αν αυτά είναι πιο εύηχα!
Κάθε τι διαφορετικό αρνούνται καν να το επεξεργαστούν και τραβάνε ένα Χ αρνούμενοι καν να το ακούσουν. Και αν μπουν στη διαδικασία έστω να ακούσουν μια τα καμένα κύτταρα μια το αμετανόητο πείσμα τους το αντιλαμβάνονται λάθος και ουδέποτε θα παραδεχθούν το ορθό, αλλά πάντα θα πουν ότι οι άλλοι φταίνε!
Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως το έχουν με αυτούς που είναι ανένταχτοι… Ποτέ δεν μπορούν να δεχθούν ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν χρειάζονται τσομπάνη! Ακόμη και αν τους πεις ότι δεν ανήκεις πουθενά, ότι απλά έχεις μια ιδεολογία αμέσως σου βάζουν την ταμπέλα του αντιεξουσιαστή… Βλέπεται η δική τους ιδεολογία σταματάει στη ΝΔ, στο ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και τις λοιπές δημοκρατικές και μη δυνάμεις…
Το πιο φοβερό είναι ότι προσπαθούν στην δική τους περιορισμένης ευθύνης ιδεολογία να εντάξουν και τα παιδιά τους με επιχειρήματα ανόητα, αηδιαστικά, τρομοκρατικά του τύπου: σσστ θα σε βολέψουν σε καμιά θεσούλα… να κάνεις λεφτά, να τα τρως με γκόμενες, -ους, να πάρεις το αυτοκίνητο που σου αρέσει να την μπεις του γείτονα κλπ. Και τα πρόβατακια αυξάνονται και πληθύνονται!
Με αυτήν ακριβώς τη συνταγή λειτουργούν και οι κατέχοντες την εξουσία και μάλιστα ηδονίζονται όταν βρίσκονται στο ρόλο του μικρού θεού που κρατούν στα χέρια τους τις τύχες των υπηκόων τους…
Στην τελική όμως δεν φταίνε αυτοί έτσι τους έμαθαν και οι δικοί τους γονείς που ξέχασαν ότι κάποτε σήκωσαν το άναστημά τους, αλλά τότε ήταν νέοι και άμυαλοι χωρίς ευθύνες και ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο, ενώ τώρα οι ευθύνες είναι απλά να βάλουν τα παιδιά τους στο ίδιο βρώμικο και κρύο μαντρί για να τους «αρμέγει» τις ψυχές ο τσομπάνης τους…
Απλά να μείνουν σε ισορροπία θέλουν και να συνεχίσουν να περιστρέφονται ακόμη και αν η αρχική ώθηση που τους έδωσαν ήταν ελαττωματική. Τους αρκεί απλά να συνεχίσουν την μίζερη ζωή τους…

ΥΓ. Όπως λέει και ο τοίχος έξω από την εκκλησία του Αγ. Γεωργίου στο Καματερό, τίποτα νεώτερο δεν θα γίνει, αν δεν έρθει ο νέος άνθρωπος! Ρε μήπως την έγραψαν τίποτα αναρχικοί και αντεξουσιαστές, ή κάποιες αλήθειες τις κρατούν κρυφές…
ΥΓ1. Η μόνη μας ελπίδα είναι οι νέοι, αρκεί και αυτοί να μην προδώσουν τον εαυτό τους όπως κάναμε εμείς όλοι!!!